υπερθυμία

υπερθυμία
η, Ν
ιατρ. υπερβολική ψυχοκινητική δραστηριότητα στο πλαίσιο συνήθως υπομανιακών κατατάσεων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. hyperthymie (< υπερ-* + θυμός)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • υπερθυμία — η αύξηση του νευροψυχικού τόνου που συνοδεύεται με αίσθημα σωματικής και ψυχικής ευφορίας, με αισιοδοξία και με αύξηση της δραστηριότητας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”